bleeding edge
 

ἐξακολουθού[σης] | [τῶι Μάρωνι βεβαιώσεως ἧς (oder ὧν) πέπρακ[εν αὐτ]ῆι ὁ αὐτὸς κτλ. Berger, Strafklauseln 1281.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #