bleeding edge
 

λ̣[εγ(όμενος ?) ..] ἤπερ ἐγνώσθη ἐκ τῆς γενο(μένης) τῷ θ ʃ τῶν οὐσι(ακῶν) κτ[ή(σεων)] | [ὁροθεσίας] εἶναι τῆς [Μαι]κ(ηνατιανῆς) οὐσίας ἔρημος κτλ. Wilcken, Hermes 54 (1919), S. 111.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #