bleeding edge
 

ἀρούρ[ας] σὺν [ᾑ λήμ]ψονται οἱ μεμισθωμένοι κατ᾽ ἄρουραν σπερμά|των πυροῦ ἀρτάβ[ην μία]ν (= ἀρτάβῃ μιᾷ) πυροῦ κτλ. Pr. BGU. II S. 357. briefl., laut Orig.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #