bleeding edge
 

L. Κασιανὸς|2 [πράκ(τορες) ἀρ]γ(υρικῶν) Πασήμιο(ς) πρ̣(εσβυ­τέρου) Παπύσ] 3 [τιος] μη(τρὸς) Σενα̣μ̣ο̣(ύνιος) (?) usw.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #