bleeding edge
 

[- - -] ̣ κ̣υ̣ρ̣ίαν οὖσαν κ(αὶ) ε ̣[- - -] → [καὶ πρὸς ὑμετέραν ἀσφάλειαν πεποίημαί σοι (oder ὑμῖν) τὴν ἀπόδειξι]ν̣ κ̣υ̣ρ̣ίαν οὖσαν κ(αὶ) ἐπ̣[ερωτ(ηθεὶς) ὡμολογήσα] (nach Vorschlag in Komm. der ed.pr.) (nach dem Photo), F. Mitthof, Archiv 51 (2005), S. 288.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #