bleeding edge
 

L. Α(ὐρήλιοι) ᾽Α̣π̣άθης ᾽Ϊναρώους καὶ Πλήνιο̣ς |2 Ψενσε̣νφθ̣ο­μ(ώνθθυ).

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #