bleeding edge
 

ἀνδ(ριάντος) ἀντισκ( ) ηρ.( ) → ἀνδ(ρι)άντος [Κ]α̣ίσ(αρος) (nach dem Photo), H. Harrauer, oder viell. ἀνδ(ριάντος) ᾽Αντων̣είνου, Κ.Α. Worp, B. Palme, ᾽Απαιτητής Tafel 8b., S. 233, Anm. 3.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #