bleeding edge
 

καὶ μ(ετόχοις) ἀνδ(ράσι) ι → μ̣ε̣ρισμ(ὸς) ἀνδ(ρι­άντος) (nach dem Photo), B. Palme, ᾽Απαιτητής Tafel 13a., S. 233, Anm. 6.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #