bleeding edge
 

᾽Ιουλία | [ - - ] ἐ̣ν̣ θ̣ησ(αυρῷ) → ᾽Ιουλια|[νοῦ γενή(ματοϛ̣)] ϛ̣′ (ἔτους) θησ(αυροῦ)

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #