bleeding edge
 

Κασιανὸς σ(εσ)η(μείωμαι) [(δρ.) τέσσαρας (γίν.)] → perhaps Κασιανὸς δι(ὰ) [Λουκ(ᾶτος) υἱοῦ], W. Habermann - D. Hagedorn, O.Heid. 133, n. 1.7.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #