bleeding edge
 

ἐπ̣εν[ ± 11 ἀδικο]ῦμα̣[ι ὑπὸ Πε]τοσίριος → ἐπ̣εν[ηνεγ-μένων oder ἐπ̣εν[εχθέντων μοι ὑ]πὸ [Πε]τοσίριος, W. Clarysse, briefl.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #