bleeding edge
 

. . . [. . .] εἰς Θεαδελφεί|αν → θη(σαυροῦ) κ̣ώ̣μ̣(ης) Θεαδελφ(είας) | γεν(ήματος) und am Ende noch zu lesen: ὀν(όματος), G. Nachter­gael, Chr.d’Ég. 77 (2002), S. 206 (nach dem Photo).

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #