bleeding edge
 

τοῦ μὲν] | παρόντος, τ[οῦ δὲ μὴ παρόντος ἐν τῶι δικαστηρίωι (B.L. 5, S. 39 zu P. Gurob, S. 17-18) → wohl ἢ τοῦ ἑνὸς] | παρόντος [ἐν τῶι δικαστηρίωι, P. Heid. 8, S. 11-12, Anm. 5.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #