bleeding edge
 

† Φλ̣(άουιος) Φοι[βάμμων υἱὸς] | [τοῦ ἠ 10 ] ἀξ]ιωθείς (mit B.L. 7, S. 209) → Φλ(άουιος) Φιλ̣[ - - - ] | [υἱὸς τοῦ προειρ(ημένου) (Name) ἀξ]ιωθίς (l. ἀξιωθείς).

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #