bleeding edge
 

Ἀννουμέ(ρις) | Παπόλλ(ωνος) κεν(τυρίων): viell. Ἀννου-μέ(ρις) | Παπόλλ(ωνος) κεν(τυρίωνος), O. Douch 4. 486, Anm. zu Z. 1.

Loading…
Loading the web debug toolbar…
Attempt #